19/8/09

ΤΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ
Τι είναι το βάπτισμα;
Το βάπτισμα είναι το ιερό μυστήριο της Εκκλησίας κατά το οποίο ο πιστεύων στον Ιησού Χριστό άνθρωπος βαπτιζόμενος με τριπλή κατάδυση και ανάδυση σε αγιασμένο ύδωρ και στο όνομα της Αγίας Τριάδος, από τη μια μεριά ελευθερώνεται από το σώμα της προπατορικής αμαρτίας και της ενοχής της οφειλόμενης σ' αυτή, από την άλλη δε αναγεννάται πνευματικά σε μία νέα ένθεη ύπαρξη και ζωή, γίνεται υιός του θεού και κληρονόμος της αφθαρσίας και της αθανασίας. Κατά το βάπτισμα ο άνθρωπος αποβάλλει τον παλαιό Αδάμ και ντύνεται το Χριστό, αποκτώντας καθαρή και άσπιλη τη θεία εικόνα με την οποία πλάστηκε από το Θεό και την οποία αχρείωσε η αμαρτία.
Παρ' όλα τούτα και κατά τρόπο μυστηριώδη και ανεξήγητο η αμαρτητική επιθυμία και ορμή εξακολουθούν να παραμένουν και στο βαπτισθέντα, χωρίς όμως να καταλογίζονται σαν αμαρτία στη φύση πού ελευθερώθηκε από το προπατορικό αμάρτημα, ενώ η ίδια ορμή στον αβάπτιστο πού έχει ψυχή μολυσμένη από την αδαμική παράβαση, καταλογίζεται ως αμαρτία. Ή μετά το βάπτισμα παρουσία της αμαρτητικής ορμής αποτελεί προφανώς μέσο της θείας παιδαγωγίας, αποτελούσα κίνητρο αγώνων του αναγεννημένου κατά των παθών και της αμαρτίας και μέσο ηθικής και πνευματικής εμπεδώσεως και τελειώσεως. Ή αδιαφορία όμως έναντι της αμαρτητικής ορμής μπορεί να οδηγήσει το βαπτισθέντα σε πτώσεις ηθικές και στην απώλεια της αιώνιας ζωής. Το βάπτισμα είναι το μυστήριο δια του οποίου ο άνθρωπος γίνεται επίσημα μέλος της Εκκλησίας και αποκτά το δικαίωμα να μετέχει και των άλλων εκκλησιαστικών μυστηρίων.
Όπως τ' αποτελέσματα της δικαιώσεως είναι και αρνητικά και θετικά, δηλαδή από τη μια μεριά κάθαρση από την αμαρτία και από την άλλη πνευματική αναγέννηση και ανακαίνιση του ανθρώπου, τα ίδια αποτελέσματα έχει και το ιερό βάπτισμα, το οποίο είναι και το ληπτικό όργανο της δικαιώσεως.
Έχει θεία σύσταση το βάπτισμα;
Έχει και μάλιστα τέτοια που να μην μπορεί κανείς να την αμφισβητήσει. Διότι το βάπτισμα το ίδρυσε ο ίδιος ο Κύριος μετά την ανάσταση του, όταν εμφανισθείς στους μαθητές τους έδωσε εντολή να μεταφέρουν την πίστη σε όλα τα έθνη της γης και να βαπτίζουν τους ανθρώπους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, τονίζοντας ότι αυτός που θα πιστέψει και θα βαπτιστεί θα σωθεί, ενώ εκείνος πού θ' απιστήσει θα κατακριθεί.
Το βάπτισμα είναι απαραίτητο για τη σωτηρία;
Ναι, είναι. Ό φυσικός άνθρωπος πού κουβαλάει μέσα του τη νέκρωση της φθοράς και του πνευματικού θανάτου δεν μπορεί να δει το θεό και να ζήσει στην αιώνια θεία βασιλεία. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι σε έκτακτες περιπτώσεις ο θεός δεν μπορεί να χορηγήσει τη σωτηρία, παρακάμπτοντας τον κανονικό αγωγό του ιερού βαπτίσματος. Αυτό βέβαια αποτελεί ιδιωτική υπόθεση του Θεού, την οποία εμείς δεν γνωρίζουμε και πολύ λιγότερο δεν μπορούμε ν' αμφισβητήσουμε. Την αναγκαιότητα του βαπτίσματος ως μέσου σωτηρίας βλέπουμε στα λόγια του Σωτήρος στη συνομιλία πού είχε με το Νικόδημο: «Αμήν αμήν λέγω σοι, εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού».
Στο αυτό πνεύμα κινούνται και οι λόγοι Ιωάννη του Βαπτιστή, ο οποίος διαστέλλοντας το δικό του βάπτισμα στον Ιορδάνη «εν ύδατι εις μετάνοιαν» από το λυτρωτικό βάπτισμα του Κυρίου, τόνισε ότι «αυτός —ο Κύριος— υμάς βαπτίσει εν Πνεύματι αγίω και πυρί». Την ίδια έννοια έχουν και οι χαρακτηρισμοί του βαπτίσματος ως «λουτρού παλιγγενεσίας και ανακαινίσεως Πνεύματος Αγίου», ως λουτρού με το οποίο ο άνθρωπος γίνεται πάλι όπως ήταν πριν από την πτώση του και ανακαινίζεται από την παλαιότητα της αμαρτίας στην οποία υποδουλώθηκε δια της παρακοής του Αδάμ ως φωτισμού ή φωτίσματος, με την έννοια ότι ο βαπτιζόμενος γεμίζει από το φως της χάριτος του Θεού, έτσι πού να μπορεί να ζει ως «τέκνον φωτός». Στο πνεύμα αυτό οι κατηχούμενοι καλούνταν στην αρχαία Εκκλησία «φωτιζόμενοι», οι νεοβαπτισθέντες «νεοφώτιστοι» και το βάπτισμα «ένδυμα φωτεινόν».
Ποια έννοια έχει ο νηπιοβαπτισμός;
Τα νήπια βαπτίζονται για να καθαρθούν από το μολυσμό του προπατορικού αμαρτήματος και να είναι εύθετα στη βασιλεία των ουρανών. Διότι ή παρουσία του προπατορικού αμαρτήματος στα νήπια, έστω κι αν αυτά δεν έχουν προσωπικές αμαρτίες, τα εμποδίζει να γίνουν μέτοχα της αιώνιας ζωής. Για ν' αποφευχθεί δε το θλιβερό ενδεχόμενο να πεθάνουν αβάπτιστα, εισήχθη πολύ νωρίς στην αρχαία Εκκλησία ο νηπιοβαπτισμός, πού στην εποχή των αιρέσεων ήταν ισχυρό όπλο κατά του Πελαγιανισμού, πού δίδασκε ότι δια της παραβάσεως του προπάτορα ή φύση δεν έπαθε καμιά ουσιαστική ζημία από την αμαρτία. Στην άγ. Γραφή δεν υπάρχει βέβαια άμεση μαρτυρία περί του νηπιοβαπτισμού, υπάρχουν όμως έμμεσες μαρτυρίες και ενδείξεις σε όσα λέγονται περί βαπτίσματος ολόκληρων οίκων, στους οποίους είναι λογικό να υποτεθεί ότι υπήρχαν και μικρά παιδιά.
Υπάρχει βέβαια η αιτίαση κατά του νηπιοβαπτισμού, ότι στα νήπια ελλείπει η πίστη πού είναι ο απαραίτητος όρος λήψεως του βαπτίσματος, σύμφωνα με όσα είπε ο Κύριος: «Ό πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται». Αυτό είναι αλήθεια. Δεν υπάρχει δε καμία αμφιβολία ότι το τέλειο βάπτισμα είναι εκείνο στο οποίο ο άνθρωπος προσέρχεται με πίστη στο Σωτήρα και με συναίσθηση της σημασίας της μυστηριακής τελετής, δηλαδή το βάπτισμα των ενηλίκων. Εντούτοις ή έλλειψη της πίστεως δεν παρακωλύει τη λυτρωτική ενέργεια της χάριτος στα τρυφερά νήπια, στα όποια δεν υπάρχει και το στοιχείο της προσωπικής αμαρτίας πού αποτελεί το κύριο εμπόδιο επενέργειας της χάριτος του Θεού.
Υπάρχουν και Άλλα Βαπτίσματα εκτός από το εν ύδατι;
Ναι, είναι το βάπτισμα του μαρτυρίου, το οποίο μπορεί ν' αναπληρώσει το κανονικό εν ύδατι βάπτισμα. Στην Εκκλησία μας υπάρχει ή πεποίθηση ότι οι αληθείς μάρτυρες της πίστεως, όσοι δηλαδή εκουσίως και από αγάπη υφίστανται το θάνατο υπέρ της χριστιανικής τους πίστεως, είναι δυνατό, είτε βαπτισμένοι είτε όχι, να δικαιωθούν και να κερδίσουν την αιώνια ζωή. Μαρτυρίες από τη Γραφή προσάγονται συνήθως οι λόγοι του Κυρίου: «Πάς συν όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω κάγώ εν αύτφ έμπροσθεν του πατρός μου του εν ούρανοίς». Και: «Ός γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει, ος δ' αν απολέση την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού, ευρήσει αυτήν». Κατά τον Κυπριανό το βάπτισμα του μαρτυρίου είναι το μέγιστο και ενδοξότατο των βαπτισμάτων. Την πεποίθηση της Εκκλησίας στο βάπτισμα του μαρτυρίου τρανότατα βεβαιώνει η εορτή των νηπίων των σφαγιασθέντων από την Ηρώδη (29 Δεκεμβρίου).
Ποια είναι η τύχη των νηπίων πού πεθαίνουν αβάπτιστα;
Το ερώτημα αυτό είναι πολύ δύσκολο και δεν μπορούμε να απαντήσουμε σ΄ αυτό από την οπτική γωνία της γης. Μόνο στην άλλη ζωή θα το εννοήσουμε, όπως γενικότερα θα εννοήσουμε και την τύχη του ανθρώπου αμέσως μετά το θάνατο. Το ζήτημα της τύχης των νηπίων πού πεθαίνουν αβάπτιστα ανάγεται τελικά, στην ευσπλαχνία και την αγαθότητα του Θεού ο όποιος οικονομεί τη ζωή και το θάνατο όλων των λογικών πλασμάτων του.
Το ερώτημα πού θέσαμε είναι δύσκολο γιατί προσδιορίζεται από δύο βασικές προτάσεις ασυμβίβαστες μεταξύ τους πρώτον, τα νήπια πού πεθαίνουν αβάπτιστα επειδή φέρουν το προπατορικό αμάρτημα δεν μπορούν να εισέλθουν στη βασιλεία των ουρανών και δεύτερον, τα αυτά νήπια επειδή δεν έχουν προσωπικές αμαρτίες δεν μπορούν να εξακοντισθούν στην αιώνια κόλαση. Ό άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός γράφει: «Τους δε (τα νήπια πού πέθαναν αβάπτιστα) μήτε δοξασθήσεσθαι μήτε κολασθήσεσθαι παρά του δικαίου κρητού ως ασφράγιστους μεν απονήρους δε, αλλά παθόντας μάλλον ή δράσαντας». Να υποθέσουμε ότι τα αβάπτιστα νήπια βρίσκονται ενδιάμεσα μεταξύ παραδείσου και κολάσεως (υπάρχει μια τέτοια ενδιάμεση κατάσταση;) ή ότι υφίστανται ελαφρότατες βασάνους;
Το ρήμα βαπτίζω σημαίνει βυθίζω. Από αρχαιοτάτων δε χρόνων στην Εκκλησία το βάπτισμα ετελείτο δια τριπλής καταδύσεως σε ύδωρ. Την πράξη αυτή της Εκκλησίας μαρτυρούν τα σωζόμενα βαπτιστήρια, ειδικά κτίσματα κείμενα παραπλεύρως του ναού, στα οποία βαπτίζονταν οι κατηχούμενοι. Ομοίως μαρτυρεί η πράξη των αποσχισθεισών Εκκλησιών των Αρμενίων, Κοπτών και Άβυσσηνίων, πού τελούν το βάπτισμα δια καταδύσεως. Είναι ενδεικτικό ότι οι Πατέρες της Εκκλησίας στα έργα τους δεν μνημονεύουν άλλον τρόπο βαπτίσεως. Φυσικά στην αρχαία Εκκλησία υπήρχε το έκτακτο και κατ' οικονομία βάπτισμα των κλινικών, δηλαδή των ασθενών πού, καθηλωμένοι στο κρεβάτι, δεν μπορούσαν να μετακινηθούν, το οποίο γινόταν δι' επιχύσεως και ραντισμού.
Μπορεί άλλο πρόσωπο εκτός από τον ιερέα να τελέσει το βάπτισμα;
Ναι μπορεί, σε έκτακτες όμως περιπτώσεις. Το βάπτισμα αυτό είναι ομοίως βάπτισμα ανάγκης. Γίνεται δε συνήθως ενόψει επικείμενου θανάτου. Όταν, λόγου χάρη, ένα αβάπτιστο παιδί ασθενήσει ξαφνικά και κινδυνεύει να πεθάνει, τότε μπορεί να το βαπτίσει και λαϊκός, άνδρας ή γυναικα, κατά κανόνα όμως ορθόδοξος. Το βάπτισμα μπορεί να το κάνει σε νερό απλό και φυσικό, κάνοντας τις τρεις καταδύσεις και λέγοντας τα καθιερωμένα λόγια: «Βαπτίζεται ο δούλος (ή η δούλη) του θεού τάδε... εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, αμήν». Ελλείψει ύδατος το βάπτισμα μπορεί να γίνει και στον αέρα (αεροβάπτισμα). Και στις δύο περιπτώσεις (κυρίως όμως στην πρώτη) το βάπτισμα είναι έγκυρο και δεν μπορεί να επαναληφθεί, όταν παρέλθει ο κίνδυνος θανάτου.
Ποια είναι ή θέση τον προσώπου του λειτουργού στην τέλεση των εκκλησιαστικών μυστηρίων;
Όπως ειπώθηκε στα προηγούμενα, ο τελετουργός των μυστηρίων είναι κατ' ούσίαν ο ιδρυτής αυτών, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Ό ιερέας είναι απλό όργανο δια του οποίου επιτελούνται τα μυστήρια.
Στο πνεύμα αυτό ο ορθόδοξος ιερέας κρύβει επιμελώς το πρόσωπο του κατά την τέλεση των μυστηρίων, απαγγέλλοντας τις ιερουργίες σε τύπο παθητικό (σε τρίτο ενικό πρόσωπο) όπως: Βαπτίζεται ο δούλος του Θεού και χρίεται, αρραβωνίζεται, στέφεται, μεταλαμβάνει, προχειρίζεται κ.τ,λ.
ΤΟ ΧΡΙΣΜΑ
Τι είναι το χρίσμα;
Είναι το ιερό μυστήριο κατά το οποίο, χρισμένων σταυροειδώς με άγιο μύρο των μελών του βαπτισθέντος, κατέρχεται η θεία χάρη ή οποία σφραγίζει την αρξάμενη νέα πνευματική ζωή, διαπτύσσοντας τα χαρίσματα του βαπτίσματος σε βίο προσωπικό, θεοφιλή και ενάρετο. Το χρίσμα, αν και τελείται συνειμμένως με το βάπτισμα, δεν είναι μέρος του βαπτίσματος, αλλά μυστήριο αυτοτελές και ίδιο. Είναι δε μυστήριο μη επαναλαμβανόμενο. Στη Γραφή δεν υπάρχει σαφής μαρτυρία περί της ιδρύσεως του χρίσματος άπ' ευθείας από τον Κύριο. Υπάρχουν όμως πολλές και σημαντικές ενδείξεις. Είναι τα χωρία: «Ό δε βέβαιων ημάς συν ημίν εις Χριστόν και χρίσας ημάς Θεός, ο και σφραγισάμενος ημάς και δούς τον αρραβώνα του Πνεύματος εν ταίς καρδίαις ημών»• «και υμείς το χρίσμα, ο ελάβετε άπ' αυτού, μένει εν υμίν, και ου χρείαν έχετε, ίνα τις διδάσκη υμάς...». Στα χωρία αυτά βέβαια η χρίση μπορεί να εκληφθεί με έννοια γενική, ως εσωτερική δια του Αγίου Πνεύματος βεβαίωση.
Σημαντικότερη μαρτυρία περί της θείας αρχής του χρίσματος και βεβαίωση ότι τούτο είναι μυστήριο ξεχωριστό από το βάπτισμα, είναι τα όσα λέγονται στις Πράξεις των Αποστόλων, περί των αποστόλων Πέτρου και Ιωάννου, οι όποιοι στάλθηκαν στη Σαμάρεια για να επιθέσουν τα χέρια τους στις κεφαλές των βαπτισθέντων από το διάκονο Φίλιππο και να τους μεταδώσουν Πνεύμα Άγιο. Ομοίως και ό,τι λέγεται περί του Παύλου, ο οποίος στην Έφεσο δια της επιθέσεως των χειρών του στις κεφαλές των δεχθέντων το βάπτισμα του Ιωάννου, μετέδωσε σ' αυτούς Πνεύμα Άγιο.
Από τις πιο πάνω διηγήσεις των Πράξεων φαίνεται ότι αρχικά το μυστήριο ετελείτο δια της επιθέσεως των χειρών των Αποστόλων. Όσο όμως περνούσε ο καιρός και στο μέτρο πού ο αριθμός των πιστευόντων μεγάλωνε καθημερινά και ήταν φυσικά αδύνατο να επαρκέσουν τα αποστολικά χέρια για την τέλεση του μυστηρίου, η χειροθεσία αντικαταστάθηκε πιθανότατα άπ' αυτούς τους Αποστόλους δια της χρίσεως με άγιο μύρο, ή οποία γινόταν όχι μόνο από τον επίσκοπο, αλλά και από τους ιερείς.
Ή χρισματική χάρη είναι διαφορετική από τη βαπτισματική. Ενώ το ιερό βάπτισμα δημιουργεί τη νέα ύπαρξη και εισάγει τον άνθρωπο στη νέα εν Χριστώ ζωή, το χρίσμα σφραγίζει με τις δωρεές του αγίου Πνεύματος την ύπαρξη αυτή, βοηθώντας τον άνθρωπο να εισέλθει στο δόλιχο (οδό) των πνευματικών αγώνων και ν' αξιοποιήσει υποκειμενικά το αγαθό του ιερού βαπτίσματος.
Όπως είπαμε στην αρχή, το χρίσμα είναι μυστήριο μη επαναλαμβανόμενο. Τελείται μία μόνο φορά, όπως και το βάπτισμα. Ή χρίση των προσερχόμενων στους κόλπους της Ορθοδοξίας δεν είναι επανάληψη του χρίσματος, επειδή στην αίρεση, κι αν έγινε το χρίσμα, αυτό είναι άκυρο και ανύπαρκτο όπως δεν είναι επανάληψη στις περιπτώσεις των αποστατών πού επανέρχονται στους κόλπους της Όρθ. Εκκλησίας. "Εδώ το χρίσμα είναι τελετή της επανόδου των μετανοούντων κάτω από τις ευλογίες της Εκκλησίας. Επίσης δεν θεωρείται μυστήριο η δια μύρου καθιέρωση ναών και ιερών εικόνων, όπως και η περιβολή του βασιλικού αξιώματος δια τυπώσεως μύρου.
Ποιος είναι ο κατάλληλος χρόνος τελέσεως του χρίσματος;
Κατά την Ορθόδοξη Εκκλησία το χρίσμα τελείται μετά το βάπτισμα. Δια των δωρεών του Αγίου Πνεύματος κατασφραγίζεται η νέα ύπαρξη η αναδυθείσα από την κολυμβήθρα του βαπτίσματος, ενώ ο νέος πνευματικός βίος διαπτύσσεται σε προσωπικό έργο στις ψυχές των βαπτισθέντων. Ή Ορθόδοξη Ομολογία παραινεί: «Παρευθύς μετά το βάπτισμα να χρίει ο ιερεύς το βαπτιζόμενον εις τα διορισμένα μέλη, επιλέγων τα λόγια "σφραγίς δωρεάς πνεύματος αγίου"».
Πέρα από αυτά ή τέλεση του χρίσματος ευθύς μετά το βάπτισμα αποτελεί πράξη αρχαιότατη της Εκκλησίας. Αντί πάσης άλλης μαρτυρίας παραθέτουμε τη μαρτυρία της εν Λαοδικεία Συνόδου: «Οί φωτιζόμενοι μετά το βάπτισμα χρίονται χρίσματι επουρανίω».