25/9/09

Κυριακή Α΄ ΛΟΥΚΑ

Κυριακή Α΄ ΛΟΥΚΑ


Ο Απόστολος Της Κυριακής
(Β΄ Προς Κορινθίους στ΄ 1-10)

Συνεργούντες δε και παρακαλούμεν μη εις κενόν την χάριν του Θεού δέξασθαι υμάς· λέγει γαρ· καιρώ δεκτώ επήκουσά σου και εν ημέρα σωτηρίας εβοήθησά σοι· ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας· μηδεμίαν εν μηδενί διδόντες προσκοπήν, ίνα μη μωμηθή η διακονία, αλλ΄ εν παντί συνιστώντες εαυτούς ως Θεού διάκονοι, εν υπομονή πολλή, εν θλίψεσιν, εν ανάγκαις, εν στενοχωρίαις, εν πληγαίς, εν φυλακαίς, εν ακαταστασίαις, εν κόποις, εν αγρυπνίαις, εν νηστείαις, εν αγνότητι, εν γνώσει, εν μακροθυμία, εν χρηστότητι, εν Πνεύματι Αγίω, εν αγάπη ανυποκρίτω, εν λόγω αληθείας, εν δυνάμει Θεού, δια των όπλων της δικαιοσύνης των δεξιών και αριστερών, δια δόξης και ατιμίας, δια δυσφημίας και ευφημίας, ως πλάνοι και αληθείς, ως αγνοούμενοι και επιγινωσκόμενοι, ως αποθνήσκοντες και ιδού ζώμεν, ως παιδευόμενοι και μη θανατούμενοι, ως λυπούμενοι αεί δε χαίροντες, ως πτωχοί πολλούς δε πλουτίζοντες, ως μηδέν έχοντες και πάντα κατέχοντες.


Μετάφραση
(Β΄ Προς Κορινθίους στ΄ 1-10)

Συνεργάτες του Θεού καθώς είμαστε, σας παρακαλούμε να μην αφήσετε να πάει χαμένη η χάρη του Θεού που δεχτήκατε, γιατί η Γραφή λέει: Στον καιρό της χάρης σε άκουσα, και την ημέρα της σωτηρίας σε βοήθησα. Να, τώρα είναι ο καιρός της χάρης, τώρα είναι η ημέρα της σωτηρίας. Κανένα πρόσκομμα δε φέρνουμε σε κανένα, για να μη δυσφημηθεί το έργο μας. Αντίθετα, με κάθε τρόπο συστήνουμε τον εαυτό μας σαν υπηρέτες του Θεού: με τη μεγάλη υπομονή μας, με τις θλίψεις, με τις δυσχέρειες, τις στενοχώριες, τις κακοποιήσεις, τις φυλακίσεις, τις εξεγέρσεις εναντίον μας, τις ταλαιπωρίες, τις αγρυπνίες, την πείνα. Συστήνουμε τους εαυτούς μας με την εντιμότητα, τη γνώση της αλήθειας, την ανεκτικότητα, την καλοσύνη, τη φώτιση του Αγίου Πνεύματος, την ανυπόκριτη αγάπη, το κήρυγμα για την αλήθεια, τη δύναμη του Θεού, με τα όπλα της σωτηρίας τα επιθετικά και τα αμυντικά, δοκιμάζοντας δόξα και ατίμωση, δυσφήμηση και έπαινο· μας θεωρούν λαοπλάνους, και όμως λέμε την αλήθεια· μας αγνοούν και όμως γινόμαστε γνωστοί· φτάνουμε στο θάνατο, και να που ζούμε· μας βασανίζουν, αλλά δεν πεθαίνουμε· μας προξενούν στενοχώριες και όμως πάντοτε χαιρόμαστε· είμαστε φτωχοί, κάνουμε όμως πολλούς να πλουτίσουν· δεν έχουμε τίποτε και κατέχουμε τα πάντα.

Το Ευαγγέλιο Της Κυριακής
(Λουκάν ε΄ 1-11)

Εγένετο δε εν τω τον όχλον επικείσθαι αυτώ του ακούειν τον λόγον του Θεού και αυτός ην εστώς παρά την λίμνην Γεννησαρέτ, και είδε δύο πλοία εστώτα παρά την λίμνην· οι δε αλιείς αποβάντες απ΄ αυτών απέπλυναν τα δίκτυα. εμβάς δε εις εν των πλοίων, ο ην του Σίμωνος, ηρώτησεν αυτόν από της γης επαναγαγείν ολίγον· και καθίσας εδίδασκεν εκ του πλοίου τους όχλους. ως δε επαύσατο λαλών, είπε προς τον Σίμωνα· επανάγαγε εις το βάθος και χαλάσατε τα δίκτυα υμών εις άγραν. και αποκριθείς ο Σίμων είπεν αυτώ· επιστάτα, δι΄ όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν· επί δε τω ρήματί σου χαλάσω το δίκτυον. και τούτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλήθος ιχθύων πολύ· διερρήγνυτο δε το δίκτυον αυτών. και κατένευσαν τοις μετόχοις τοις εν τω ετέρω πλοίω του ελθόντας συλλαβέσθαι αυτοίς· και ήλθον και έπλησαν αμφότερα τα πλοία, ώστε βυθίζεσθαι αυτά. ιδών δε Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοις γόνασιν Ιησού λέγων· έξελθε απ΄ εμού, ότι ανήρ αμαρτωλός ειμί, Κύριε. θάμβος γαρ περιέσχεν αυτόν και πάντας τους συν αυτώ επί τη άγρα των ιχθύων η συνέλαβον, ομοίως δε και Ιάκωβον και Ιωάννην, υιούς Ζεβεδαίου, οι ήσαν κοινωνοί τω Σίμωνι. και είπε προς τον Σίμωνα ο Ιησούς· μη φοβού· από του νυν ανθρώπους έση ζωγρών. και καταγαγόντες τα πλοία επί την γην, αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ.


Μετάφραση
(Λουκά ε΄ 1-11)

Καθώς τα πλήθη συνωστίζονταν κάποτε γύρω του για ν΄ ακούσουν το λόγο του Θεού κι εκείνος στεκόταν στην όχθη της λίμνης Γεννησαρέτ, είδε δύο ψαροκάικα στην άκρη της λίμνης. Οι ψαράδες είχαν κατέβει απ΄ αυτά και έπλεναν τα δίχτυα. Εκείνος ανέβηκε σ΄ ένα από τα ψαροκάικα, σ΄ αυτό που ήταν του Σίμωνα, και τον παρακάλεσε να τραβηχτεί λίγο από την ξηρά. Κάθισε στο ψαροκάικο και απ΄ αυτό δίδασκε τα πλήθη. Όταν τελείωσε την ομιλία του, είπε στο Σίμωνα: «Πήγαινε στα βαθιά και ρίξτε τα δίχτυα σας για ψάρεμα». Ο Σίμων του αποκρίθηκε: «Διδάσκαλε, όλη τη νύχτα παιδευόμασταν και δεν πιάσαμε τίποτε· επειδή όμως το λες εσύ, θα ρίξω το δίχτυ». Το έριξαν κι έπιασαν πάρα πολλά ψάρια, τόσα που το δίχτυ τους άρχισε να σκίζεται. Με νεύματα ειδοποίησαν τους συνεταίρους τους, που ήταν στο άλλο πλοίο να έρθουν να τους βοηθήσουν. Εκείνοι ήρθαν και γέμισαν και τα δύο ψαροκάικα σε σημείο που να κινδυνεύουν να βυθιστούν. Όταν ο Σίμων Πέτρος είδε τι έγινε, έπεσε στα γόνατα του Ιησού και του είπε: «Βγες από το καΐκι μου, Κύριε, γιατί είμαι άνθρωπος αμαρτωλός». Αυτά τα είπε γιατί είχε κυριευτεί από δέος, αυτός και όλοι όσοι ήταν μαζί του, για τα πολλά ψάρια που είχαν πιάσει. Το ίδιο συνέβη και με τα παιδιά του Ζεβεδαίου, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, που ήταν συνεργάτες του Σίμωνα. Ο Ιησούς τότε είπε στο Σίμωνα: «Μη φοβάσαι, από τώρα θα ψαρεύεις ανθρώπους». Ύστερα, αφού τράβηξαν τα ψαροκάικα στη στεριά, άφησαν τα πάντα και τον ακολούθησαν.


Ομιλία της Α΄ Κυριακής εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο.

Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή οι αλιείς της Γεννησαρέτ, προσκαλούνται να ακολουθήσουν τον Κύριο. «καὶ ἀποκριθεὶς Σίμων εἶπεν͵ Ἐπιστάτα͵ δι΄ ὅλης νυκτὸς κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν͵ ἐπὶ δὲ τῷ ῥήματί σου χαλάσω τὰ δίκτυα».
Η Θετική απάντηση δεν είναι μία απόφαση στιγμής, αλλά είναι ένα αποτέλεσμα διπλής προετοιμασίας. Οι άνθρωποι αυτοί με ζήλο, μελετούσαν τα Ιερά Κείμενα και με πόθο περίμεναν τον Μεσσία. Και είχαν μαθητεύσει νωρίτερα με φιλομάθεια και ενθουσιασμό στον δάσκαλο πού έδρασε λίγο πριν από τον Χριστό, στον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Προηγείται επομένως η καλή μαθητεία και η μελέτη και επακολουθεί η κλίση στο Αποστολικό αξίωμα. Ο Απόστολος Πέτρος υπήρξε φοιτητής στη σχολή της ευσεβείας της εποχής του, πριν να κλιθεί να εγκαταλείψει τα πάντα και να ακολουθήσει τον Θεάνθρωπο.
Στο Ευαγγελικό ανάγνωσμα, ακούσαμε ότι, οι απλοϊκοί ψαράδες για όλη την νύκτα αγωνίζονται σε αυτό το δύσκολο και αβέβαιο επάγγελμά τους. Το πρωί συναντούν τον Κύριο να διδάσκει στην ακρογιαλιά. Τότε Αυτός τους ζητά να Του παραχωρήσουν ως εξέδρα ένα πλοίο τους. Το λογικό και το φυσικό για ανθρώπους εκείνους πού ήταν ξενυχτισμένοι, πεινασμένοι, κατάκοποι και χωρίς αλιεύματα, να αποχωρήσουν για τα σπίτια τους, ώστε να αναπαυτούν. Και εστω από σεβασμό να παραχωρήσουν ένα πλοίο για να μιλήσει ο Κύριος και αυτοί να φύγουν. Αλλά όχι! Το αντίθετο πράττουν! Κάθονται και απολαμβάνουν τα Θεία λόγια του Ιησού. Και όταν ο Ιησού τούς παρεκάλεσε να ξαναρίξουν τα δίκτυα στη λίμνη, αυτοί υπάκουσαν. Επειδή όμως από το πλοίο δίδασκε το πλήθος ο Ιησούς, δεν θέλησε να αφήσει χωρίς μισθό τον ιδιοκτήτη του, τον Πέτρο. Γιατί πολλές φορές τον ευεργετεί. Γιατί και του χάρισε πλήθος ιχθύων και τον επέλεξε ως μαθητή Του. Του χάρισε την υψηλή εξουσιοδότηση της συνεχίσεως του έργου Του.
Το γεγονός της κλήσης των πρώτων μαθητών διηγούνται όλοι οι Ευαγγελιστές, ενώ ο Λουκάς, αφηγείται επιπλέον και το εκπληκτικό ψάρεμα που έγινε από τους μαθητές με την υπόδειξη του Ιησού. Αυτό γίνεται όχι γιατί ενδιαφέρονται να μας περιγράψουν το ξεκίνημα του Μεσσία στο επί γης έργο Του, αλλά στον τρόπο που δέχτηκαν οι τέσσερις ψαράδες την πρόσκληση και ανταποκρίθηκαν αμέσως σ’ αυτήν, βλέπουν το τυπικό παράδειγμα και πρότυπο για το πως πρέπει να δέχεται ο άνθρωπος το θείο κάλεσμα.
Πρέπει να προσέξουμε ότι το προσκλητήριο απευθύνεται στους τέσσερις υποψήφιους αποστόλους την ώρα ακριβώς που αυτοί βρίσκονταν στις εργασίες τους στο τέλος μίας κοπιαστικής νύχτας χωρίς αποτελέσματα.
Η πράξη αυτή του Ιησού Χριστού μας βοηθάει να καταλάβουμε την εκτίμησή Του στην εργασία και την εμπιστοσύνη Του στους ανθρώπους του καθημερινού μόχθου. Όταν αποφάσισε να εκλέξει τους αποστόλους Του, δεν εξέλεξε κάποιους σοφούς από την Αθήνα, δεν πήγε στη Ρώμη για ισχυρούς, δεν ανέβηκε στα Ιεροσόλυμα για να καλέσει ιερείς και νομικούς, αλλά «εστώς παρά την λίμνην Γεννησαρέτ», κάλεσε πρώτα μερικούς ψαράδες, απλούς ανθρώπους του λαού, που ζούσαν με την καθημερινή τους εργασία. Εάν ο αρχηγός εξέλεγε για το έργο Του σοφούς και δυνατούς, θα θεωρούνταν ανθρώπινο κατόρθωμα η νίκη του Σταυρού. Αλλά «όπως μη καυχήσηται ενώπιόν του Θεού πάσα σαρξ» και «ίνα παν στόμα φραγή», ο Ιησούς Χριστός προνόησε και κάλεσε τους αποστόλους από τις τάξεις των ψαράδων και των εργατών.
Υπάρχει όμως και ένας άλλος λόγος για τον οποίο όλοι σχεδόν οι απόστολοι υπήρξαν εργάτες. Όταν τους καταρτίζει ο Ιησούς για το έργο του ευαγγελίου, τους ομιλεί για κόπους, για στερήσεις, για διωγμούς και αγώνες που τους περιμένουν στην αποστολή τους. Δεν θέλει, «σοφούς» και «γραμματείς» και «συζητητάς», που μετρούν τα πράγματα με τον πήχυ της λογικής και εξαρτούν τα πάντα από ανθρώπινους παράγοντες, αλλά θέλει ανθρώπους μαθημένους να παλεύουν και να αγωνίζονται, που να γνωρίζουν από φτώχεια και κόπο, από κινδύνους και κακοπέραση, ανθρώπους που η ζωή και η ψυχή τους να είναι η εργασία τους. Εργάτες του ευαγγελίου ήθελε ο Χριστός και εργάτες της ζωής κάλεσε.
Ένα σημείο, που θέλει να τονίσει, είναι η εμπιστοσύνη των μαθητών στο πρόσωπο του Χριστού και η ελεύθερη υπακοής στα λόγια του. Και ενώ η ώρα ήταν ακατάλληλη για ψάρεμα και οι μαθητές κουρασμένοι, ο Πέτρος απαντά στην πρόσκληση από το Χριστό: «Διδάσκαλε, όλη τη νύχτα παιδευόμασταν και δεν πιάσαμε τίποτε, επειδή όμως το λες εσύ θα ρίξω το δίχτυ». Η θαυματουργική αλιεία ήταν αποτέλεσμα της πίστης των μαθητών. Ο Πέτρος στάθηκε κοντά στον Διδάσκαλο κατά το κήρυγμα, ως ευλαβής ακροατής. Και τώρα, αυτός τον συνοδεύει στο αλιευτικό του έργο. Με την έξοδο εις «ἄγραν» δεν δίδεται αμέσως η υπόσχεσης για το αποτέλεσμα. Πρώτα τίθεται σε δοκιμασία η υπακοή του Πέτρου. Και αυτός εκδηλώνει την εμπιστοσύνη του στα λόγια του Κυρίου. Θα πρέπει να προσέξουμε ότι, οι αλιείς ήσαν και ευσεβείς, αλλά και ακούραστοι στο έργο τους. Γι’ αυτό το λόγο προσήλκυσαν την συμπάθεια του Κυρίου. Ο Χριστός δεν κάνει αυτό το θαύμα για να εντυπωσιάσει αλλά προκαταβολικά να δείξει για πόσους καρπούς θα αποφέρει η υπακοή στο πρόσταγμά Του και η πρόθυμη αφοσίωση σ’ αυτό. Πραγματικά, η αλιεία της οικουμένης από τους μαθητές του Χριστού αργότερα δεν υπήρξε λιγότερο εκπληκτική και θαυματουργική. Γιατί δεν κοπίασαν μόνοι τους αλλά με συμπαραστάτη το Χριστό και το Άγιο Πνεύμα καθοδηγώ.
Το σημείο που η παρουσία του Χριστού και η θαυματουργική αλιεία οδηγούν τον Πέτρο στη συναίσθηση της μηδαμινότητάς του και της γύμνιας του και τον κάνουν να ομολογήσει: «βγές από το καΐκι μου, Κύριε, γιατί είμαι άνθρωπος αμαρτωλός». Η υψηλή ιδέα που έχουμε για τον εαυτό μας δημιουργεί ένα τείχος που εμποδίζει τη χάρη του Θεού να μας αγγίξει, αντίθετα η συναίσθηση της αμαρτωλότητας κάνει πιο επιτακτική την ανάγκη της παρουσίας και ενέργειας της χάρης του Θεού.
Αγαπητοί εν Χριστό αδελφοί, η ολονύκτια και μάταια εργασία των ψαράδων της Γεννησαρέτ δείχνει την αδυναμία να σωθεί ο κόσμος με ανθρώπινα μέσα. Το θαύμα του Χριστού και τα λόγια του στον Πέτρο φανερώνουν το έργο της θείας οικονομίας, που με τους Αποστόλους και την Εκκλησία, κατακτά και σώζει τον κόσμο. Το Ευαγγέλιο μας διδάσκει, πως θα ζήσουμε καλύτερα, πως θα υποφέρουμε ευγενέστερα, και πως θα πεθάνουμε ηρεμότερα», με βέβαια ελπίδα της σωτηρίας. Η κατάκτηση αυτή και η σωτηρία θα γίνεται στον αιώνα, για να εκπληρώνονται τα λόγια του Χριστού προς τον Πέτρο: «από του νυν ανθρώπους έση ζωγρών». Αμήν.