20/8/09

Γλωσσάριο Λατρευτικό Εγχειρίδιο.
Εισοδικό: Το τροπάριο που ψάλλεται στα συλλείτουργα μετά το «Σοφία ορθοί», στη μικρή Είσοδο. Είσοδος: Μικρά: Η μεταφορά του Ευαγγελίου διά μέσου του Ναού στην Αγία Τράπεζα, κατά την ώρα της ψαλμωδίας του γ΄ Αντιφώνου. Μεγάλη: Η μεταφορά των προσκομισθέντων τιμίων Δώρων από την Προσκομιδή στην Αγία Τράπεζα, κατά τη διάρκεια του Χερουβικού Ύμνου.
Εύλογία: Η έκφραση ευχής ή καλού λόγου (εύ + λόγος) σ’ αντίθεση προς τον κακό λόγο, την κατάρα. Πρόκειται για την τελευταία ορατή χειρονομία του Χριστού πάνω στη γη, αυτή που αφήνει στην Εκκλησία Του, το δώρο της ευλογίας Του (Λκ. Κδ΄, 50). Γι’ αυτό προφανώς αργότερα και ο Απ.Παύλος μας συμβουλεύει: «Ευλογείτε και μη καταράσθε» (Ρωμ. ιβ΄,14). Η Ε. προέρχεται από τον Θεό, ή τους ανθρώπους και δέχονται την Ε., ο Θεός, οι άνθρωποι, ή άλογη και η άψυχη φύση. Ο άνθρωπος ευλογεί τον Θεό με την έννοια του υμνείν, του δοξολογείν και του μακαρίζειν τον Θεό. Η Ε. έχει μεγάλη δύναμη και επίδραση· φέρει χαρά, ευτυχία, επάρκεια, γονιμότητα, ενώ η κατάρα στέρηση, δυστυχία, συμφορά. Στη Θεία Λειτουργία η Ε. του Θεού μεταδίδεται στους πιστούς από το Λειτουργό με τη σταυροειδή κίνηση του χεριού ή του σταυρού ευλογίας. Το ζητούμενο στη ζωή του πιστού είναι η Ε. του Θεού, που εξασφαλίζεται με την ταπεινή εκτέλεση του θελήματός Του. Ο ευλογημένος άνθρωπος αποκαλύπτει την ανεξάντλητη μεγαλοδωρία του Θεού και τις αναφαίρετες δωρεές του Αγίου Πνεύματος.
Ιεροπραξία: Είναι κάθε αγιαστική πράξη (τελετή ή ευχή) του Κληρικού που γίνεται κατά την άσκηση του έργου της Λατρείας ή βάσει του Ευχολογίου. Η πράξη αυτή προσλαμβάνει χαρακτήρα μυστηριακό ή συμβολικό και με ορατό σημείο (τη συγκεκριμένη αγιαστική πράξη), η αόρατη χάρη του Θεού κοινωνείται από τον πιστό («εκχεώ από του Πνεύματός μου επί πάσαν σάρκα» Πρ.β΄, 17). Με τη στενή έννοια οι αγιαστικές πράξεις διακρίνονται των Μυστηρίων κατά το ότι με τα τελευταία που είναι θεοσύστατα, τα δώρα του Αγίου Πνεύματος παρέχονται ασφαλώς και με τη μαρτυρία της Εκκλησίας. Ενώ οι αγιαστικές πράξεις, που έχουν συσταθεί από την Εκκλησία, είναι, γενικά, προαιρετικές και oι περισσότερες έχουν ιδιωτικό χαρακτήρα, σε αντίθεση με τα Μυστήρια. Απαρίθμηση αγιαστικών πράξεων - ιεροπραξιών.α. Καθιέρωση και ευλογία τόπων, στοιχείων και αντικειμένων λατρείας: Εγκαίνια Ναού, καθιερώσεις Αντιμηνσίου, Εικόνων, Σκευών λατρείας, μεγάλος και μικρός Αγιασμός, Λειτουργικές ευλογίες σίτου, οίνου και ελαίου, ή καρπών, βαΐων κ.λπ. β. Λειτουργικός αγιασμός των πιστών: Συμμετοχή στις καθημερινές ακολουθίες των Ιερών Ναών (Εσπερινού-Όρθρου ή Παρακλήσεων), συμμετοχή στα Μυστήρια της Εκκλησίας -κυρίως Εξομολόγηση και Θ. Κοινωνία- αλλά και στα λοιπά Μυστήρια, επιδίωξη συμμετοχής σε χειροθεσίες, οφφικιακές ευλογίες, μυστήρια ιερωσύνης, γάμου, σε μοναχικές αφιερώσεις κ.λπ. γ. Ιδιωτικός αγιασμός της ζωής του χριστιανού. Η Εκκλησία εκχέει την ευλογία του Θεού στο σύνολο της ιδιωτικής, οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής του πιστού: Ευλογεί οίκους, οχήματα, αγρούς, ποίμνια, συγκομιδές, δέντρα, καρπούς. Προστατεύει τη ζωή των χριστιανών από κάθε δαιμονική επίδραση, εξορκίζει τους δαιμονισμένους, εξαγνίζει τόπους και ό,τι ακάθαρτο. Απευθύνει προς τον Θεό προσευχές για κάθε περίσταση ή ανάγκη του πιστού: έναρξη κάθε εργασίας ή σπουδών, για ασθενείς, ταξιδεύοντες, κατά των πλημμυρών, σεισμών, χαλάζης, υπέρ των κεκοιμημένων κ.λπ. Η ιεροπραξία με την οποία τελούνται τα Μυστήρια της Εκκλησίας λέγεται Ιερουργία ή Ιεροτελεστία. Η ιεροπραξία με την οποία ο Επίσκοπος διά της επιθέσεως της χειρός στην κεφαλή προχειρίζει τον πιστό σε εκκλησιαστικό αξίωμα κατωτέρας τάξεως (Αναγνώστου, Ψάλτου, Υποδιακόνου κ.λπ.) λέγεται Χειροθεσία (τελείται έξω του ιερού Βήματος). Η ιεροτελεστία με την οποία ο Επίσκοπος διά της επιθέσεως της χειρός στην κεφαλή προχειρίζει τον χειροτονούμενο, σε ένα από τους τρεις βαθμούς της ιερωσύνης λέγεται Χειροτονία.
Καθαίρεσις: Η μεγαλύτερη ποινή που επιβάλλεται στους κληρικούς των τριών βαθμών. Ο τιμωρούμενος επανέρχεται στην τάξη από την οποία προήλθε (λαϊκός ή μοναχός). Κατάκριση: Το να κατηγορεί κανείς το συγκεκριμένο άνθρωπο λέγοντας ότι αυτός είναι π.χ. ψεύστης ή πόρνος κ.λπ. Καταλαλιά: Το να διαδίδει κανείς με λόγια τις αμαρτίες και τα σφάλματα του πλησίον του και να λέει ότι ο τάδε είπε π.χ. ψέματα, πόρνευσε κ.λπ.
Κατάλυση: Κατάργηση της νηστείας σύμφωνα με το τυπικό της Εκκλησίας: Κ. οίνου και ελαίου, Κ. ιχθύος, Κ. εις πάντα. Στο διάστημα αυτό τρώγεται ό,τι καθορίζεται από τα σχετικά βιβλία. Όταν ο Διάκονος ή ο Λειτουργός Ιερέας στην Αγία Πρόθεση τρώει τα υπόλοιπα του Αγίου Σώματος και Αίματος του Κυρίου πού απέμειναν στο Άγιο Ποτήριο μετά τη Μετάληψη των πιστών, λέμε ότι κάνει κατάλυση ή καταλύει (στο διάστημα αυτό o καταλύων το Άγιο Ποτήριο δέν επιτρέπεται να ομιλεί).
Κλήρος: Το σώμα των Κληρικών της Ορθ. Εκκλησίας. Διακρίνεται σε Ανώτερο Κλήρο: Διάκονος, Πρεσβύτερος, Επίσκοπος και σε Κατώτερο Κλήρο: Υποδιάκονος, Πρωτοψάλτης, Ιεροψάλτης, Λαμπαδάριος (αριστερός ψάλτης), Αναγνώστης, Νεωκόρος κ.λπ.
Κοιμητήριο: Το νεκροταφείο. Επειδή κατά τή Β΄ Παρουσία του Κυρίου όλοι οι νεκροί θα αναστηθούν, ο θάνατος θεωρείται ύπνος και επομένως ο χώρος όπου ενταφιάζονται οι Χριστιανοί ονομάζεται Κ.
Κόλαση: Η λόγω εγωϊσμού μη ανταπόκριση της ανθρώπινης αγάπης στη Θεία αγάπη. Σημαίνει και τιμωρία με την έννοια της αυτοτιμωρίας. Συνοδεύεται από πόνο και μοναξιά, σ’αντίθεση με τον Παράδεισο, που σημαίνει κοινωνία-επικοινωνία με τον Θεό και τους ανθρώπους.
Κωλύματα Ιερωσύνης: Στο μυστήριο της Ιερωσύνης δε χωρεί οικονομία. Ο υποψήφιος Ιερεύς πρέπει: α. Να είναι Χριστιανός Ορθόδοξος. β. Να έχει νόμιμη ηλικία (25Δ, 30Π, 35Ε). γ. Να διακρίνεται για την ορθόδοξη πίστη του. δ. Να είναι αρτιμελής και να μην πάσχει ψυχικώς. ε. Να μην έχει προγαμιαίες σχέσεις και εντός του γάμου να μην έχει παρά φύση (σχέσεις). Άλλα κωλύματα Ιερωσύνης είναι: Η Αποστασία από την πίστη, η Αίρεση, ο φόνος, ο Ευνουχισμός, η Πορνεία η Μοιχεία, η Αρπαγή γυναικός, η Αθεμιτογαμία, η Διγαμία, η Φαρμακεία, η Μαντεία, η Γοητεία, η Ψευδομαρτυρία, η Τυμβωρυχία, η Ιεροσυλία. Μαρτύριο: Παλαιά έτσι λεγόταν ο τάφος κάποιου Μάρτυρος, αλλά και ο τρόπος θανάτου του Μάρτυρος: Ακρωτηριασμός, Αλυσόδεμα, Απαγχονισμός, Αποκεφαλισμός, Βρασμός σε καζάνι με πίσσα ή ασβέστη, Εξάρθρωση σκελών, Καλάμια στα νύχια, Κατασπάραξη από άγρια θηρία, Κάψιμο με πυρακτωμένα σίδερα, Κρέμασμα με σχοινιά, Λιθοβολισμός, Μαστίγωση, ξυλοδαρμός με ρόπαλα, Ξύσιμο σαρκών με ξυστήρες, Περιλούσιμο με καυτό λάδι ή μολύβι, Πνιγμός μέσα σε σάκκο με φίδια, Πυρπόληση, Πείνα, Δίψα, Σούβλισμα, Σταύρωση, Τηγανισμός, Τύφλωση, Φυλάκιση κ.α. Μ. σημαίνει και μαρτυρία ή ομολογία. Μετάσταση Θεοτόκου: Η μεταφορά της Παναγίας από τον τάφο στον ουρανό, στην ουράνια Βασιλεία του Θεού, που σημαίνει Ανάσταση και Ανάληψή της.
Μοιχεία: Η γενετήσια σχέση και μείξη ενός από τους δύο συζύγους με κάποιο τρίτο πρόσωπο αλλά και το αντίθετο. Μοιχός είναι και αυτός που επιθυμεί να ενωθεί με πρόσωπο διαφορετικό από τον/τη σύζυγό του (Ματθ. ε΄, 28).
Παράδοση Ιερά: Η διδασκαλία του Χριστού και των Αποστόλων που παραδόθηκε στην Εκκλησία, είτε «από στόμα σε στόμα», είτε με τα Ιερά Ευαγγέλια, τα συγγράμματα των Πατέρων και τις αποφάσεις των Οικ. Συνόδων. Είναι το σύνολο των αληθειών της χριστιανικής πίστεως, μέρος των οποίων έχει καταγραφεί στην Αγία Γραφή. Η Ιερά Π. αποτελεί τη βασική πηγή της χριστιανικής πίστεως. (Πριν γραφούν τα Ευαγγέλια και οι Επιστολές των Αποστόλων δεν υπήρχε Αγία Γραφή-Καινή Διαθήκη· υπήρχε όμως Εκκλησία και λειτουργούσε και ενεργούσε βάσει της Ιεράς Παραδόσεως).
Πρόνοια Θεία: Ενέργεια της Τριαδικής Θεότητας, που αναφέρεται στη φροντίδα και επιμέλεια του Θεού για τη διακυβέρνηση και συντήρηση της Δημιουργίας Του και, ειδικότερα, για τη ζωή και τη σωτηρία του ανθρώπου. Ο Θεός που φροντίζει τόσο για τα άνθη του αγρού και τα πετεινά του ουρανού, πολύ περισσότερο φροντίζει για τον άνθρωπο που είναι ασύγκριτα ανώτερος αυτών. Δεν πρέπει συνεπώς να ανησυχεί ο πιστός άνθρωπος για το μέλλον του και για το μέλλον της οικογενείας του, διότι ο Θεός με την πανσοφία και παντοδυναμία Του θα εξασφαλίσει το μέλλον του πολύ καλύτερα από αυτόν. Αρκεί ο άνθρωπος να υπακούει στις εντολές του Θεού: ν’αγωνίζεται πρώτα για τη Βασιλεία του Θεού και τη δικαιοσύνη Του· τότε όλα τα άλλα θα τακτοποιούνται! Δεν μπορεί επομένως να είναι ο άνθρωπος ολιγόπιστος ή απαισιόδοξος, όταν έχει εμπιστοσύνη στη Θεία Πρόνοια. Σαραντισμός: Η μικρή ακολουθία που τελείται στο Νάρθηκα του Ναού και τελειώνει στον κυρίως Ναό, όταν μία μητέρα φέρει το βρέφος της μετά τη συμπλήρωση των σαράντα ημερών από τη γέννησή του. Η Εκκλησία ευλογεί το βρέφος στον πρώτο αυτό εκκλησιασμό του και δέεται για τον καθαρισμό της μητέρας, ώστε να αξιωθεί και των Αγίων Μυστηρίων. Ευχές υπάρχουν και μπορεί να διαβάζονται στις Κλινικές και για την πρώτη ημέρα της γέννησης του παιδιού και για τη συμπλήρωση των οκτώ ημερών. Ευχή υπάρχει και γι’αυτές που αποβάλλουν.
Συγγένεια: Ο οικογενειακός δεσμός ή οικογενειακή σχέση. Υπάρχει Σ. «έξ αίματος» που δημιουργείται από την καταγωγή του ενός απο τον άλλο, με τις γεννήσεις και Σ. «εξ αγχιστείας» που δημιουργείται με το γάμο μεταξύ του συζύγου και των συγγενών «εξ αίματος» της συζύγου του· και αντίστροφα. Ο βαθμός συγγένειας είναι συνάρτηση του αριθμού των γεννήσεων που έχουν μεσολαβήσει. Όταν δηλ. λέμε συγγένεια 2ου ή 3ου βαθμού, εννοούμε ότι έχουν μεσολαβήσει 2 ή 3 γεννήσεις. Τα αδέλφια έχουν μεταξύ τους συγγένεια 2ου βαθμού, διότι έχουν προέλθει απο δύο γεννήσεις. Τα ξαδέλφια έχουν συγγένεια 4ου βαθμού, διότι μεσολαβούν 4 γεννήσεις, ο θείος και ανεψιός έχουν συγγένεια 3ου βαθμού (3 γεννήσεις), παππούς-εγγονός 2ου βαθμού κ.ο.κ. Το ίδιο ισχύει και για τη συγγένεια εξ αγχιστείας. Για να βρούμε τη συγγένεια εξ αγχιστείας του άνδρα με τους συγγενείς της γυναίκας του, μετράμε γεννήσεις που μεσολαβούν στο «σόϊ» της.
Σύνοδος: Συνάθροιση πολλών Επισκόπων για την επίλυση τοπικών ή γενικών προβλημάτων της Εκκλησίας.
Σ. Οικουμενική: Η σύνοδος που εκαλείτο από τον Αυτοκράτορα ή Πατριάρχη του Βυζαντίου, για να επιληφθεί δογματικών ή ηθικών θεμάτων. Οι αποφάσεις της (=Όρoι) είναι υποχρεωτικές για ολόκληρη τη χριστιανική Εκκλησία, καθ’ όσον η Οικ. Σ. είναι το ανώτατο διοικητικό όργανο της Εκκλησίας. Μέχρι το 787 συνήλθαν επτά Οικ. Σ. Ήδη προετοιμάζεται να συνέλθει η μέλλουσα πανορθόδοξος Οικουμενική Σύνοδος για αντιμετώπιση των πολλαπλών αναφυέντων προβλημάτων.
Σχίσμα: Ο αποχωρισμός μιας ομάδας πιστών από την ενότητα της Εκκλησίας και σύμπτυξη ίδιας θρησκευτικής κοινότητας για λόγους διαφωνίας σε δογματικά ή διοικητικά θέματα. Πολλές φορές το Σ. καταλήγει σε αίρεση. Τα μεγαλύτερα Σ. ήταν: του Αγ. Φωτίου (867), του Μιχαήλ Κηρουλαρίου το Μέγα Σ. (1054), του Προτεσταντισμού (1517) και η απόσχιση των αντιχαλκηδονείων.
Υπακοή: Δεν είναι εξαναγκασμός ούτε παθητική υποταγή. Είναι αντίθετα ελεύθερη αποδοχή της θείας οικονομίας. Η Υ. δίνει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να καταστήσει τη ζωή του διακoνία του Θεού. Έχει αξία όταν γίνεται σε κάτι που μας φαίνεται παράλογο. Στο λογικό δεν έχει αξία η Υ., διότι είναι συμφωνία· και είναι παράλογο να μην υπακούσει κανείς σ’αυτή την περίπτωση.
Φώτισμα: Το βάπτισμα. Φωτισμός: Η είσοδος των ατόμων στο φως του Χριστού, πού είναι επακόλουθο του βαπτίσματος. Ο άνθρωπος που φωτίζεται αντιλαμβάνεται καλύτερα και ορθότερα. Γι’ αυτό ο λαός παλαιότερα έλεγε γιά κάθε μορφωμένο: αυτός φωτίστηκε! Γι’αυτό και ο αείμνηστος Ιουστίνος Πόποβιτς τόνιζε ότι, τότε θα έχουμε σωστή καθοδήγηση από τους πάσης φύσεως ηγέτες, όταν θα είναι φωτισμένοι ηγέτες! Χάρις: Η εύνοια και η δωρεά του Θεού, που προσφέρεται στον άνθρωπο ελεύθερα, αλλά όχι και υποχρεωτικά. Σημαίνει επίσης και το αποτέλεσμα αυτής της εύνοιας που δείχνει ο Θεός προς τον άνθρωπο, στά πλαίσια του έργου για τη σωτηρία του. Η θεία Χ., που πηγάζει από τη σταυρική θυσία του Χριστού, προσφέρεται σε όλους τους ανθρώπους που πιστεύουν στον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν και προσπαθούν να τηρούν το νόμο Του. H σωτηρία του ανθρώπου είναι συνισταμένη της θείας Χ. και της συνεργείας του ανθρώπου. Ψευδεπίγραφα: Κείμενα στα οποία ο συντάκτης τους υπέγραψε με ψευδές όνομα. Στά Ψ. Ευαγγέλια, Πράξεις, Επιστολές καί Αποκαλύψεις οι συντάκτες τους έθεσαν υπογραφή κάποιου άλλου εγκυρότερου προσώπου, συνήθως Αποστόλου, για να δώσουν σ’αυτά μεγαλύτερη αξία.
Ψυχή: Το ένα από τα δύο συστατικά στοιχεία του ανθρώπου (το άλλο είναι το θνητό σώμα), που χαρακτηρίζει κυρίως τον άνθρωπο και που δόθηκε αποκλειστικά σ’αυτόν από τον Θεό και Δημιουργό του κατά τη στιγμή της συλλήψεώς του. Η Ψ. μετά το θάνατο του σώματος δεν πεθαίνει, συνεχίζει να ζει στην άλλη ζωή μέχρι την κοινή Ανάσταση των νεκρων, οπότε θά ενωθεί με το αναστημένο σώμα...